Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2009

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗΝ "ΠΑΡΡΗΣΙΑ"

"Συχνά οι ξένοι εκδηλώνουν τόση αγάπη για τη μουσική μου, ενώ στη χώρα μου ορισμένα κυκλώματα με χτυπάνε τόσο άσχημα"

Στη συνέντευξη συμμετείχαν οι μαθητές Βαγγέλης Τόλης, Μαρία Μεγαρίτη, Φωτεινή Γκέκα, Βαγγέλης Μαρκάκης και ο συντονιστής καθηγητής.


- Θα θέλατε, κύριε Μαρκόπουλε, να μας μιλήσετε για τα παιδικά σας χρόνια στην Κρήτη και τα πρώτα σας βήματα στο χώρο της μουσικής;

Γεννήθηκα το 1939 στο Ηράκλειο, αλλά η οικογένειά μου ήταν εγκατεστημένη στην Ιεράπετρα, όπου έχω και τα εκλογικά μου δικαιώματα ως σήμερα. Η μητέρα μου καταγόταν από τα Σφακιά κι ο πατέρας μου - δικηγόρος και αργότερα νομάρχης - ήταν από την Ιεράπετρα. Μέναμε σε ένα σπίτι μεγάλο κι από τη μια πλευρά κατοικούσαν φτωχοί πρόσφυγες από το '22 και μετά, ενώ από την άλλη κατοικούσαν ευκατάστατοι άνθρωποι, δημόσιοι υπάλληλοι κλπ. Τελείωσα την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ιεράπετρα, όπου υπήρχαν πολύ καλοί καθηγητές. Εκεί, στην Ιεράπετρα, δημιουργήθηκε μια μπάντα, ένα σύνολο με χάλκινα και ξύλινα πνευστά. Στην μπάντα γράφτηκα κι εγώ, που ήμουν 11 χρονών τότε.
Θα 'θελα, όμως, να σας πω πώς ήταν η ζωή μου εκείνα τα χρόνια στην Ιεράπετρα. Κάτω από το φως του γαλαξία και κάτω από το φως του ήλιου, περπατούσαμε ώρες πολλές στις ακρογιαλιές, στις ομορφότερες ακρογιαλιές της Μεσογείου. Το μεσοκαλόκαιρο πηγαίναμε με την οικογένειά μου στο ψηλότερο βουνό της Ιεράπετρας και μέναμε εκεί 20 μέρες, μαζί με άλλες οικογένειες. Εκεί στον καθαρό αέρα, παίζαμε, τρέχαμε και γέρναμε ν' αποκοιμηθούμε κάτω από τις σκιές των μεγάλων πλατάνων. Ήταν άφθονα τα τρεχούμενα νερά, η φύση της Ιεράπετρας μαγευτική...
Πολλά Σαββατοκύριακα, η μητέρα μου με έπαιρνε μαζί της στα μεγάλα πανηγύρια της Κρήτης. Συχνά ερχόταν κι έπαιζε ο Μουντάκης, ένας πολύ μεγάλος Κρητικός λυράρης. Έπαιζαν οι λύρες όλη τη νύχτα. Είχα νιώσει από τότε την ανάγκη να φτιάξω κι εγώ μαντινάδες. Μάλιστα, έλεγα με τα άλλα παιδιά ότι θα μπορούσαμε να μην έχουμε μόνο λύρα και λαούτο, αλλά και τρομπέτα και κλαρίνο και ακορντεόν...
Όπως καταλαβαίνετε παιδιά μου, το πίστευα ότι όλα τα όργανα μπορούσαν να παίξουν σε ένα κομμάτι και όχι αυστηρά και μόνο η λύρα και το λαούτο, όπως γινόταν τότε σ' όλη την Κρήτη. Το κάναμε αυτό, χάρη στην μπάντα. Άλλος έπαιζε βιολί, άλλος κιθάρα, λύρα, λαούτο, τρομπόνι κι εγώ έπαιζα κλαρίνο. Ταυτόχρονα μάθαινα βιολί και στο σπίτι έπαιζα μαντολίνο. Έπαιζε κι η μητέρα μου πολύ ωραία κιθάρα και τραγουδούσε παλιά τραγούδια, που όμως δε μου πολυαρέσανε...
Ώσπου πρωτάκουσα κάτι μαγικά τραγούδια, στην κάτω μεριά της πόλης, όπου ζούσαν οι πρόσφυγες. Άκουσα τραγούδια του Τσιτσάνη και του Βαμβακάρη. Έψαχνα τότε πολύ, άκουγα μουσικές απ' όπου κι αν έρχονταν. Ακόμη και τη βουή του ανέμου αφουγκραζόμουν, τον ήχο από τα φύλλα των δέντρων. Με γοήτευε το θρόισμα όταν φυσούσε δυνατός αέρας...
Δεκαεπτά χρονών τελείωσα το τότε Γυμνάσιο και είχα ήδη γράψει πολλά κομμάτια, ανάμεσα στα οποία και τη μελωδία για το μετέπειτα γνωστό τραγούδι «Πέρα από τη θάλασσα». Έφυγα ύστερα για την Αθήνα, όπου γράφτηκα αμέσως στο Ωδείο, ενώ εισήχθηκα και στην Πάντειο. Όλη η μέρα μου πέρναγε ανάμεσα στην Πάντειο και στο Ωδείο, όλον τον πρώτο χρόνο στην Αθήνα. Όμως δεν υπήρχε και συναυλία που να μην πήγαινα.
Γνωρίστηκα με πολλούς σημαντικούς ανθρώπους στην Αθήνα. Ο Ταχιάτης, ένας πολύ καλός βιολοντσελίστας, με γνώρισε με το Μάνο Χατζιδάκι. Μιλήσαμε πάρα πολλή ώρα. Μετά από αυτή τη γνωριμία, σκεφτόμουν ότι θα μπορούσε να υπάρξει μια μεγάλη μουσική σχολή στην Αθήνα. Αλλά αυτό που ήθελα ήταν να φτιάξω το δικό μου ξεχωριστό τραγούδι, που να μην έχει σχέση με τα τραγούδια του Χατζιδάκι ούτε αργότερα του Θεοδωράκη.
Ξεκίνησα με μουσική για κινηματογραφικές ταινίες και τα πρώτα μου τραγούδια ήταν τα «Γκρεμισμένα σπίτια», το «Πέρα από τη θάλασσα»... Ταυτόχρονα, όμως, έγραφα την «Μαυρομαντιλούσα», πάνω σε στίχους του Κώστα Μύρη, που είναι το φιλολογικό ψευδώνυμο του Κώστα Γεωργουσόπουλου, του σημαντικότερου ίσως ανθρώπου των γραμμάτων στη χώρα μας. Με τον Κώστα ήμασταν μαζί στο Ωδείο Αθηνών. Εκείνος ήταν μαθητής του μεγάλου Ροντήρη κι εγώ του Γεωργίου Σκλάβου, ενός πολύ σπουδαίου συνθέτη, εφάμιλλου του Καλομοίρη, αλλά ήταν χαμηλών τόνων και δεν προβλήθηκε όσο ο Καλομοίρης. Είχε κάνει πολλές σπουδές σε ευρωπαϊκές χώρες και μου μετέδωσε αυτές τις γνώσεις του. Θα μπορούσα να πω ότι αυτή είναι η πρώτη μουσική περίοδος της ζωής μου. Ελπίζω να μην σας κούρασα με το μονόλογο.

- Κάθε άλλο! Ανυπομονούμε να ακούσουμε τη συνέχεια.

Όταν τελείωσα τις μουσικές μου σπουδές στο Ωδείο των Αθηνών, πήγα στο Λονδίνο, όπου έμεινα δυόμισι χρόνια, κάνοντας σπουδές και συνθέτοντας μουσική. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, έγραψα μουσική για πολλές ταινίες και θεατρικά έργα. Ο Μάνος Κατράκης μου ανέθεσε να γράψω τη μουσική πέντε θεατρικών του έργων, ανάμεσα στα οποία ήταν «Το κορίτσι με το κορδελάκι» και ο «Πατούχας» του Κονδυλάκη. Συνέχισα γράφοντας μουσική στο Εθνικό Θέατρο, αλλά και για το Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Και στο εξωτερικό είχα ήδη γράψει τη μουσική για την «Τρικυμία», που ανέβασε ο Σαιξπηρικός Θίασος στο Λονδίνο, όπως και για τη «Λυσιστράτη» που ανέβασε το θέατρο της Μασσαλίας. Για μουσική μου σε κινηματογραφικές ταινίες, μου έχουν απονεμηθεί αρκετά βραβεία. Αξίζει να αναφέρω και τη μουσική που έχω γράψει για ταινίες του Νίκου Κούνδουρου, τις «Μικρές Αφροδίτες», το «Πρόσωπο της Μέδουσας», τον «Μπάιρον». Επίσης, για δύο ταινίες του Ζυλ Ντασέν, του Κοσμάτου και άλλων. Συνολικά έχω γράψει μουσική για περίπου 30 ταινίες και 20 θεατρικές παραστάσεις, αλλά και για μπαλέτο, όπως για παράδειγμα τον «Θησέα», που ανέβασε η Ραλού Μάνου και κυκλοφόρησε και σε δίσκο το 1963, όταν ήμουν 24 χρονών.

- Με ποιους τραγουδιστές έχετε συνεργαστεί;

Με πάρα πολλούς. Τον πρώτο καιρό με τον Κώστα Χατζή, μετά με τη Βίκυ Μοσχολιού, τον Καζαντζίδη, τον Νταλάρα, με πολλούς, μέχρι τον Νίκο Ξυλούρη. Ο Ξυλούρης ήταν μεγάλη μορφή και παραμένει ως κάτι το ξεχωριστό στο τραγούδι. Τραγούδησε πολλά έργα μου, σε στίχους Κώστα Μύρη, Μάνου Ελευθερίου, Σεφέρη, Ελύτη. Αλλά το «Χρονικό» ήταν που συντάραξε τον κόσμο τότε, το '69, μέσα σε μια άγρια δικτατορία, με τους Παπαδόπουλους και τους Μακαρέζους, που εξευτέλιζαν τη χώρα μας. Το «Χρονικό» έδωσε δύναμη στους φοιτητές και γενικότερα στους νέους ανθρώπους, για να αγωνισθούν ενάντια στη δικτατορία. Ήταν, εκτός από μουσικό, ένα πολιτικοκοινωνικό έργο. Έπαιζαν όργανα κρητικά, ηπειρώτικα κλαρίνα, το σαντούρι του Αιγαίου, μαζί με κλασικά όργανα. Αυτή η συνύπαρξη και σύνθεση έκανε συγκλονιστική εντύπωση και 10 χρόνια μετά τον «Επιτάφιο» του Θεοδωράκη, θεωρήθηκε ως μια νέα επαναστατική κίνηση, τόσο στο στίχο όσο και στο μουσικό ύφος και χρώμα. Όταν έγραφα το χρονικό, δοκίμασα πολλούς τραγουδιστές, αλλά δεν μου έκανε κανένας. Τότε θυμήθηκα τον Νίκο τον Ξυλούρη, που τον ήξερα από το 1960. Ο Νίκος είχε όλα τα προσόντα που απαιτούνταν γι' αυτό το έργο κι έπαιζε κι εξαιρετική λύρα. Να μην ξεχνάμε όμως και τον Χαράλαμπο Γαργανουράκη, που έχει κι αυτός θαυμάσια φωνή και παίζει πολύ καλή λύρα.

- Πώς εξελίχθηκε η δισκογραφική σας δουλειά;

Θεωρώ ότι από τότε άρχισε μια νέα φάση, με πιο σύνθετα έργα. Στη δεκαετία του '70 κυκλοφόρησε ο «Θεσσαλικός κύκλος», οι «Μετανάστες» και άλλα έργα, σε μια πιο λαϊκότροπη γραμμή. Επίσης, έγραψα τον «Βαρκάρη» ή «Who pays the ferryman», όπως είναι παγκοσμίως γνωστό το έργο. Ήταν η μουσική για ένα εγγλέζικο σίριαλ 8 επεισοδίων και τιμήθηκα με 3-4 διεθνή βραβεία. Μου δόθηκε έτσι η δύναμη να αρχίσω συναυλίες στο εξωτερικό, στην Ευρώπη κυρίως, κι έτσι μπορούσα να περάσω τις ιδέες μου σε περισσότερο κόσμο. Ιδέες και απόψεις που υποστηρίζουν την επιστροφή στις ρίζες, σκοπεύοντας σε ένα σχεδιασμό του μέλλοντος με επηρεασμούς από τα άφθαρτα στοιχεία της παράδοσης, σε συνδυασμό με σύγχρονα δεδομένα, αρκεί βέβαια να υπάρχει η ιδιαίτερη μελωδία του συνθέτη, η γνώση και το ταλέντο.

- Ποια ακριβώς είναι η σχέση της μουσικής σας με την παραδοσιακή μουσική;

Δεν μιμούμαι την παραδοσιακή μουσική, δεν γράφω παραδοσιακά τραγούδια. Αλλά υπάρχει σχέση. Η παραδοσιακή μουσική έχει ζωντανά στοιχεία και η δική μου μουσική τα χρησιμοποιεί, όπως χρησιμοποιεί και τα παραδοσιακά όργανα. Πορεύομαι σε παρόμοιους δρόμους με αυτούς που άνοιξε η παραδοσιακή μουσική, σε δρόμους που συνεχίζουν τους αρχαίους τρόπους, όπως συνεχίστηκαν και στη Βυζαντινή μουσική. Οι ρυθμοί της παραδοσιακής μουσικής με έχουν επηρεάσει. Πιστεύω, μάλιστα, πως ο ρυθμός της σούστας, για παράδειγμα δεν είναι καθόλου ξεπερασμένος από σύγχρονους καλούς ρυθμούς, κι αν πούμε και για τους χορευτικούς ρυθμούς της Θράκης... Αυτό, πάντως που με ενδιαφέρει είναι η ουσία του δημοτικού τραγουδιού και όχι η φλούδα. Εννοώ τη μουσική και το τραγούδι που βγήκε μέσα από τα σπλάχνα του ελληνικού λαού, λειτουργώντας σαν φάρμακο και έχοντας συγκεκριμένο λόγο ύπαρξης. Ο λόγος με νοιάζει πάντα στην τέχνη και δεν γράφω τίποτε χωρίς να υπάρχει ο λόγος. Μόνον έτσι εξηγείται η διαχρονικότητα της παράδοσης, αλλά και της προσωπικής δημιουργίας, που καταφέρνει να αγγίζει τα πανανθρώπινα θέματα. Ανάλογα λειτουργεί και η αρχαία τραγωδία, που εκφράζει ολόκληρη την οικουμένη. Οι παραδοσιακοί χοροί εκφράζουν την ψυχή, όχι μόνο του ελληνικού λαού, αλλά και την πανανθρώπινη ψυχή. Γι' αυτό ακολουθώ τα ζωντανά σημάδια της παράδοσης, τις πηγές, χωρίς να μιμούμαι μελωδίες και ρυθμούς, αλλά αντλώντας στοιχεία που εντάσσω και αναδεικνύω στα προσωπικά μου έργα, στην προσωπική μου μελωδική και ρυθμική ομιλία.

- Ποια είναι η γνώμη σας για το είδος ή τα είδη μουσικής που κυριαρχούν σήμερα;

Το είδος που διοχετεύεται σήμερα απ' τα μέσα επικοινωνίας είναι αυτό που λέμε «σκυλάδικο», ένα φρικτό λαϊκίστικο είδος, το οποίο έχει προξενήσει ανυπολόγιστο κακό στη χώρα μας. Με πονηρούς τρόπους και με τη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας, οι επικεφαλής των μονοπωλίων και των εταιρειών αναγκάζουν τα παιδιά μας να στραφούν προς τα εκεί, ενώ ταυτόχρονα φροντίζουν να τους κρύβουν αυτά που αξίζει ν' αγαπήσουν και να τους αρέσουν. Τα Ελληνόπουλα δεν πρέπει να λησμονήσουν το δημοτικό μας τραγούδι και τα έργα των μεγάλων συνθετών μας και, παράλληλα, καλό είναι να επιλέγουν κι απ' την παγκόσμια μουσική τα δημιουργήματα που έχουν γνησιότητα και αλήθεια, την πραγματική τέχνη. Όμως, υπάρχει κι η σύγχρονη ελληνική έντεχνη μουσική, που με ομορφιά και δύναμη κρατάει ζωντανό τον εσωτερικό πλούτο των Ελλήνων. Να απαιτούμε το καλό στη μουσική, να ψάχνουμε την ποιότητα, όπως απαιτούμε να διαβάζουμε Όμηρο και Πλάτωνα...

- Ποιο είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που διακρίνει τη μουσική του Χατζιδάκι, του Θεοδωράκη και τη δική σας;

Ο Μάνος Χατζιδάκις πάτησε πάνω στο μοντέλο της μπαλάντας, της μουσικής της πόλεως κι έκανε μια πρόταση για το ρεμπέτικο, μια πρόταση πολύ σημαντική. Αντικατέστησε τα δευτεροτράγουδα της αστικής τάξης με μια πιο στέρεα μουσική, παίρνοντας τα άνθη της ρεμπέτικης μουσικής. Ο Θεοδωράκης χρησιμοποίησε το μοντέλο ενός πολύ μεγάλου λαϊκού συνθέτη, του Βασίλη Τσιτσάνη. Βάσει αυτού του μοντέλου, με την ορχήστρα και τα μπουζούκια, έγραψε τραγούδια σε ποίηση μεγάλων ποιητών, αλλά και σε στίχους πολύ απλούς, που πέρασαν στον κόσμο. Η δική μου μουσική άποψη ξεκινάει από το δημοτικό τραγούδι. Στηρίχθηκα στις πηγές της παράδοσης, για να γράψω τα έργα μου. Ακόμα και τα «Ζαβαρακατρανέμια» και τα «Χρώματα κι αρώματα», η «Φάμπρικα» και τα λοιπά, έχουν αυτόν τον προσανατολισμό. Συνδύασα το παραδοσιακό με το επαναστατικό στη μουσική μου, χωρίς ταυτόχρονα να αδιαφορήσω για τις παγκόσμιες μουσικές κατακτήσεις που έχουν γνησιότητα προέλευσης.

- Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίσατε στη μελοποίηση του Σεφέρη και του Ελύτη;

Να διευκρινίσω πρώτα ότι είμαι ο μόνος συνθέτης που δεν κάνει μελοποίηση. Αυτό που κάνω είναι μια προσέγγιση του ποιητικού λόγου, δίνοντας ένα ποσοστό της μουσικής μου δημιουργίας στην ποίηση, αλλά κρατώντας ταυτόχρονα και την ανεξαρτησία της μουσικής. Δουλεύοντας πάνω στα έργα των μεγάλων ποιητών, αντιμετώπισα μεγάλες δυσκολίες, γιατί δεν ήθελα να ξεφύγω από το μουσικό μου κλίμα και τη φιλοσοφική μου άποψη. Η φιλοσοφική μου άποψη στηρίζεται σε ένα διαρκή διάλογο συνύπαρξης και επικοινωνίας των πάντων, μέσα στη φύση και την κοινωνία, ο οποίος δεν πρέπει ποτέ να διακοπεί. Όλη η δημιουργία μου ξεκινάει απ' αυτή τη θέση και βάσει αυτής έκανα την προσέγγιση στην ποίηση και του Σολωμού και του Σεφέρη και του Ελύτη. Οι δυσκολίες αφορούσαν στην ανάγκη εύρεσης ενός σχήματος, μιας μορφής του μουσικού μου έργου, που δεν ήθελα να υπαγορεύεται από τη μορφή και μόνο των ποιημάτων. Έτσι, ο «Ήλιος ο πρώτος» του Οδυσσέα Ελύτη έγινε μουσικά μια λειτουργία, με την έννοια της λειτουργίας της κοινωνικής, όπου υπάρχουν τραγούδια, υπάρχουν χορικά, υπάρχει και ο αφηγητής ανάμεσα. Στην προσέγγιση της ποίησης του Σεφέρη υπάρχει ένα είδος τροπαρίου, αλλά με ρυθμούς τέτοιους ώστε να βγαίνει έξω από τους κανόνες της εκκλησιαστικής μουσικής. Γενικά, αυτά τα έργα είναι τελείως διαφορετικά από τα έργα συναδέλφων που έχουν κάνει μελοποίηση. Να συμπληρώσω δε ότι κύριο στόχο έχουν να μιλήσουν στις νεανικές ψυχές, να τις εμπνεύσουν με τα νέα εφόδια του Ελληνισμού και όλοι μαζί να πορευτούμε και να γευτούμε τους μεγάλους καρπούς της ελληνικής τέχνης και του πολιτισμού, μέσα από μια άλλη δυναμική. Δηλώνω ρητά ότι η μουσική μου ανήκει στην αγωνιζόμενη ελληνική νεολαία.

- Αντιμετωπίσατε εμπόδια στην πορεία σας;

Ναι, υπήρξαν εμπόδια. Κυκλώματα πολλά και ανθελληνικά προσπαθούν να σταματήσουν τη μουσική μου και μάλιστα σε κρίσιμες στιγμές. Έτσι, καθημερινά δίνω αγώνα για την ύπαρξη της μουσικής μου. Ειλικρινά, αισθάνομαι φοβερά άσχημα που συχνά οι ξένοι εκδηλώνουν τόση αγάπη για τη μουσική μου, ενώ στη χώρα μου ορισμένα κυκλώματα με χτυπάνε τόσο άσχημα. Αν τη μουσική μου δεν την διαδίδουν τόσο, είναι γιατί περιέχει μέσα της μια ελληνικότητα, που τους ενοχλεί.

- Μπορεί κανείς να είναι αισιόδοξος, όταν τα Μέσα ελέγχουν τα πάντα και κατευθύνουν τις συνειδήσεις, και πώς μπορεί ν' αντισταθεί κανείς;

Πολύ εύκολα! Πρόκειται για εικονικές παραπλανήσεις. Θα υπάρξουν τα ανάλογα «Μέσα», που δε θα λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο. Θα τα δημιουργήσουμε εμείς! Και μπορώ να πω ότι πάμε πολύ καλά. Το βλέπω. Ένα παράδειγμα είστε εσείς, ο τρόπος που λειτουργείτε στο Γυμνάσιο Ψαχνών είναι εκπληκτικός και εκδίδετε ένα περιοδικό που είναι αριστούργημα. Προχωράτε, λοιπόν! Μη φοβάστε τίποτα! Κι όποτε με καλέσετε, θα έρθω κι εγώ, ν' αγωνιστούμε μαζί, να κάνουμε ό,τι μπορούμε.

- Ποιες είναι οι πολιτικές σας απόψεις; Ανήκετε κάπου;

Ανήκω στις δημοκρατικές δυνάμεις της χώρας μας. Αλλά περισσότερο ανήκω στους Έλληνες, στην τάξη των Ελλήνων. Δε μιλώ για κομματικές κατατάξεις και θεωρώ πως πολλές κομματικές γραμμές είναι άσχημες.

- Πώς εκπροσωπούνται οι δημοκρατικές δυνάμεις;

Εκπροσωπούνται με τη συμμετοχή μας και την κινητοποίησή μας, εντός και κομμάτων ακόμη, ώστε να αλλάξει οτιδήποτε ολοκληρωτικό και ανελεύθερο υπάρχει.

- Πιστεύετε ότι συνειδητοποιούν οι πολιτικοί μας το ρόλο τους ως υπηρέτες του λαού;

Όχι! Πιστεύω ότι ακόμα δεν έχουμε καταφέρει να είναι οι πολιτικοί μας «καθαροί». Βέβαια, υπήρξαν περιπτώσεις, από την εποχή του Καποδίστρια μέχρι σήμερα, που ωφέλησαν τον τόπο πολύ. Αλλά σήμερα δεν έχω νιώσει ότι οι κυβερνήσεις ξεπερνούν τα κομματικά τους όρια και βοηθούν πραγματικά τη χώρα. Πάνω απ' όλα βάζουν τις... κομματικές υποχρεώσεις.

- Πώς βλέπετε τις σχέσεις μεταξύ των λαών σήμερα;

Πολύ χαίρομαι που μου κάνετε αυτή την ερώτηση. Πρέπει επιτέλους να υπάρξουν ουσιαστικές σχέσεις ανάμεσα σ' όλους τους λαούς. Αυτό είναι το ωραιότερο που θα μπορούσε να συμβεί στον κόσμο μας. Η Ελλάδα σ' αυτό το θέμα είχε καταφέρει πολλά στην αρχαιότητα. Το ουσιώδες στις σχέσεις είναι η ύπαρξη ελευθερίας από κάθε πλευρά, αλλά πιστεύω ότι σ' αυτό δεν έχουμε προχωρήσει καθόλου. Βλέπουμε ότι ο ένας είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμος να χτυπήσει τον άλλο. Έχω, όμως, την πεποίθηση ότι στο πολύ κοντινό μέλλον κάποιοι άνθρωποι φωτισμένοι θα δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες για ένα αληθινό πλησίασμα των λαών και την αδελφοσύνη. Η χώρα μας ειδικά ευτύχησε και ευτυχεί να έχει φιλικές σχέσεις με πολλούς λαούς. Ας κοιτάξουμε όμως και τον απόδημο Ελληνισμό, που του προσφέρουν διάφορα λαϊκίστικα προϊόντα, για να λησμονήσει το νόστο του...

- Ποια είναι η γνώμη σας για την ποιότητα των τηλεοπτικών προγραμμάτων;

Δεν είναι καλά! Υπάρχουν μερικά καλά, αλλά τα πιο πολλά δεν είναι. Η τηλεόραση χρησιμοποιείται ως μέσον για την υποταγή του λαού και αποτελεί ένα παράθυρο παραπλάνησης, που πρέπει να το αποφεύγουμε. Είναι ανάγκη να βρεθούν οι εναλλακτικές λύσεις, ώστε να μην έχει το πρώτο χέρι η τηλεόραση, το κάθε κανάλι δηλαδή.

- Είστε αισιόδοξος για το μέλλον;

Ναι, αν και η παιδεία έχει τα χάλια των χαλίων, αν και τα κανάλια δηλητηριάζουν τη ζωή μας, είμαι πολύ αισιόδοξος και προβλέπω ότι η σημερινή νεολαία, εσείς που μιλάμε τώρα μαζί και τ' άλλα παιδιά του τόπου μας θα είστε η ωραιότερη γενιά του κόσμου. Το πιστεύω!

- Αφήσαμε για τελευταίο να μας πείτε ποιο είναι το μυστικό της δημιουργίας σας, της έμπνευσης και της μεγάλης επιτυχίας σας, στον ελληνικό και διεθνή χώρο.

Θα σας το αποκαλύψω με χαρά. Είναι η προσήλωσή μου στον Ελληνισμό και η ψυχική μου διάθεση να σας αγαπάω!


(Παρρησία, τεύχος 7, Άνοιξη 2002)

Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2009

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΝΟΤΗ ΜΑΥΡΟΥΔΗ ΣΤΗΝ "ΠΑΡΡΗΣΙΑ"

"Με ενδιαφέρουν περισσότερο αυτά που συμβαίνουν στη ζωή μας και όχι αυτά που θα συμβούν στον παράδεισο" 
"Το να επιλέγει κανείς το αληθινά όμορφο, είναι γενναιότητα" 
"Πάντα οι λίγοι προσπαθούν να σώσουν τον κόσμο" 
"Η Αμερική συνεχίζει να παίζει το ρόλο του νταβατζή απέναντι στις άλλες χώρες" 
"Οι Ευρωπαίοι έγιναν φιλοαμερικάνοι, έγιναν δηλαδή ασυνείδητοι Ευρωπαίοι" 

Στη συνέντευξη συμμετείχαν οι μαθήτριες Βάσια Καλαβρή, Κική Παπαναστασίου και ο συντονιστής καθηγητής.
- Πότε και που γεννηθήκατε, κύριε Μαυρουδή; .
Γεννήθηκα το 1945 στην Αθήνα, όπου και μεγάλωσα. Οι γονείς μου ήρθαν το 1922 από τη Μικρασία.
.
- Τι θυμάστε εντονότερα από τα παιδικά σας χρόνια; .
Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς! Την οικογενειακή θαλπωρή θυμάμαι έντονα, που υπήρχε πάντα στο σπίτι μας. Με τους γονείς και τ' αδέλφια μου, ήμασταν έξι άνθρωποι στο σπίτι. Ο πατέρας μου τσαγκάρης, η μητέρα μοδίστρα. Ζούσαμε πολύ αρμονικά, πολύ ζεστά.
.
- Σας διηγούνταν οι γονείς σας κάποιες ιστορίες από τα όσα πέρασαν το'22; .
Για την ταλαιπωρία τους μιλούσαν συνεχώς, γι' αυτή τη φοβερή ιστορία τόσων χιλιάδων ανθρώπων που κόπηκαν ξαφνικά από τις ρίζες τους. Ταραγμένες εποχές και ειδικά τα χρόνια του Εμφύλιου, που ακολούθησαν. Πολύ μεγάλη η φτώχεια, τόσες στερήσεις και τόσες πολλές οι ιστορίες που άκουσα, πραγματικές ιστορίες, όχι παραμύθια.
.
- Πόσο σας επηρέασαν όλα αυτά; .
Πάρα πολύ. Έζησα κι εγώ σ' έναν κοινωνικό περίγυρο μέσα στα φτωχά κοινωνικά στρώματα. Αυτές οι εμπειρίες καθόρισαν τη ζωή μου και από πολύ νωρίς εντάχθηκα στην αριστερά, όπως κι όλοι οι άνθρωποι που μεγάλωσαν μέσα σε τέτοιες συνθήκες. Γιατί βλέπαμε ότι παιζόταν ένα πολύ άδικο παιχνίδι εις βάρος των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
.
- Μετά από όσα έγιναν το 1922, πώς βλέπετε σήμερα την ιδέα της ελληνοτουρκικής προσέγγισης; .
Να μην ξεχνάμε ότι από τότε έχουν περάσει 80 χρόνια, Έλληνες και Τούρκοι είμαστε γείτονες και έχουμε ως γείτονες κοινά συμφέροντα. Το χειρότερο πράγμα είναι δυο γειτονικοί λαοί να βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση. Τα παιχνίδια που παίζονται για τα πετρέλαια και ό,τι άλλο εκμεταλλεύσιμο, τα παιχνίδια που παίζονται ανάμεσα στις κυβερνήσεις, δεν μπορούν να βάλουν φράγμα ανάμεσα στις σχέσεις των δυο λαών. Έχω ταξιδέψει στην Τουρκία και έχω συναντήσει πάρα πολύ κόσμο, πάρα πολλούς ανθρώπους που είναι φίλα προσκείμενοι σ' εμάς. Όσο για τις εμπειρίες των γονιών μου και τις δικές μου, δεν μπορούν παρά να μας βάζουν σε μια επικοινωνιακή πολιτική.
.
- Δηλαδή διαχωρίζετε τις στάσεις λαών και κυβερνήσεων; .
Ασφαλέστατα!
.
- Με τη μουσική πώς αρχίσατε να ασχολείστε; .
Το γεγονός είναι ότι δεν προέρχομαι από μουσικό περιβάλλον, δεν είχε η οικογένειά μου σχέση με τη μουσική.Θέλησα μόνος μου να ασχοληθώ, όταν ήμουν 12-13 χρονών, επειδή υπήρχε μια κιθάρα στο ντουλάπι, που μας την είχε φέρει ένας θείος ναυτικός. Είχα την περιέργεια να μάθω μερικές συγχορδίες, χωρίς να έχω στο μυαλό μου κάτι συγκεκριμένο. Με εντυπωσίαζε αυτό το όργανο και πήγα σε δασκάλα μουσικής. Η πρώτη μου δασκάλα ήταν πολύ καλή, η Λίζα Ζώη. Και μετά η Λίζα με έστειλε σε έναν ακόμη καλύτερο δάσκαλο, τον Δημήτρη Φάμπα, που ήταν και δικός της δάσκαλος. Χάρη σ' αυτούς απέκτησα τη γνώση και συνέχισα σ' αυτό το όργανο, την κλασική κιθάρα.
.
- Μικρός τι μουσική ακούγατε; .
Ποντιακά τραγούδια άκουγα, γιατί στα γλέντια στο σπίτι μαζευόντουσαν οι συγγενείς και φίλοι των γονιών μου, ήταν Πόντιοι κι αυτοί. Αλλά άκουγα και καντάδες, τραγούδια μιας άλλης εποχής, και μαγευόμουνα.
.
- Ποιοι μουσικοί σας έχουν επηρεάσει; .
Χωρίς αμφιβολία, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Μάνος Χατζηδάκις και ο Μίκης Θεοδωράκης.
.
- Πότε αρχίσατε να γράφετε τη δική σας μουσική; .
Από το 1964. Το πρώτο μου τραγούδι το είχε πει ο Γιώργος Ζωγράφος, στην περίοδο του Νέου Κύματος. Ήταν το «Ακρη δεν έχει ο ουρανός».
.
- Ποιες είναι οι μουσικές «πηγές» σας; .
Επειδή έχω σπουδάσει κλασική κιθάρα, από πολύ νωρίς ήρθα σε επαφή με τα ρεύματα της προκλασικής εποχής του 1500 ως 1600, 1700, με τον Γ.Σ. Μπαχ, τον Σκαρλάτι, της εποχής του Μπαρόκ. Αυτές είναι οι μουσικές πηγές μου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η μουσική μου μοιάζει μ' αυτή τη μουσική. Απλώς, πρόκειται εδώ για μια δεξαμενή απ' όπου άντλησα. Αλλά, μέσα σ' αυτή τη μεγάλη δεξαμενή, οφείλω να βάλω και το ελληνικό ρεμπέτικο τραγούδι.
.
- Τι σημαίνει για σας η μουσική; .
Με μια φράση δεν μπορώ να το πω. Μπορώ, όμως, να πω ότι μέσα από τους μουσικούς ήχους εκφράζω τα συναισθήματά μου.
.
- Η μουσική έχει σχέση με το ήθος του ανθρώπου; .
Βεβαίως, έχει σχέση. Οι άνθρωποι διαφέρουν ως προς το ήθος, πράγμα που έχει σχέση και με τη μουσική που ακούνε. Προσοχή, όμως, δεν εννοώ ότι κάποιος που ακούει Μπαχ είναι πάντα καλύτερος από κάποιον που ακούει κάτι άλλο. Είναι επικίνδυνο να βγάζουμε τέτοια συμπεράσματα. Πάντως, μπορώ να πω ότι, αν ανατρέξουμε στο παραδοσιακό μας τραγούδι, θα συναντήσουμε ένα άλλο ήθος, διαφορετικό από αυτό όσων σήμερα ασχολούνται με μουσικό σκουπιδαριό, αυτό που λένε «σκυλάδικο», ένα είδος εξευτελισμένου τραγουδιού. Βλέπεις έτσι ότι η εποχή μας είναι πολύ άγρια σε σχέση με την παλιότερη εποχή, είναι πιο επιθετική, με τις μεγάλες ταχύτητες και με το κυνήγι του χρήματος που τη χαρακτηρίζουν. Ε, λοιπόν, αυτά μπορεί να τα καταλάβει κανείς ακούγοντας τη μουσική της εποχής μας, τη συγκεκριμένη, συγκρίνοντάς τη με την παλιότερη, όπως του Νέου κύματος για παράδειγμα.
.
- Δηλαδή, πες μου τι ακούς να σου πω ποιος είσαι! Ισχύει αυτό; .
Α, μπράβο, θα μπορούσε να ειπωθεί κι έτσι. Βέβαια, έρχονται να μας το χαλάσουν κάποια αρνητικά παραδείγματα, όπως οι ναζί, που στα στρατόπεδα συγκέντρωσης άκουγαν Βάγκνερ και άλλους κλασικούς, ενώ έκαναν τους ανθρώπους σαπούνι! Υπάρχουν κι άλλα τέτοια παραδείγματα, ανθρώπων δηλαδή που δεν είναι καλοί, αν και ακούνε καλή μουσική. Αλλά αυτά είναι λίγα, μάλλον εξαιρέσεις.
.
- Πιστεύετε ότι η μουσική που ακούει η σύγχρονη νεολαία είναι καλή; .
Δεν μπορώ να μιλάω για τη νεολαία συνολικά. Αυτά που συστηματικά προβάλλει η τηλεόραση, Βίσση και Βανδή παραδείγματος χάριν, πάνε και τα ακούνε κάποιοι νέοι, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι όλοι οι νέοι ακούνε κακή μουσική. Θα ήθελα, όμως, να παρατηρήσω ότι η ελληνική μουσική όλο και περισσότερο ηλεκτροποιείται, μέσω μηχανημάτων, και φαίνεται πως ζητάει άλλους δρόμους ποιοτικούς, στη φάση που διανύει. Όποιος, πάντως, βιαστεί να βγάλει το οποιοδήποτε συμπέρασμα για την ποιότητα της σημερινής μουσικής των νέων, θα κάνει πολύ μεγάλα λάθη.
.
- Προτιμάτε να συνεργάζεστε με παιδικές χορωδίες; .
Μόνο σε δύο δίσκους μου, σε σύνολο 22 δίσκων, έχω συνεργαστεί με παιδική χορωδία. Απλώς, υπήρξαν οι συγκυρίες. Ένα παλιότερο τραγούδι μου, με τίτλο «Ο παλιάτσος», που βραβεύτηκε σε διεθνή διαγωνισμό στη Λισσαβόνα της Πορτογαλίας, ήταν το έναυσμα για να γράψω τραγούδια για παιδική χορωδία. Λέω για παιδική χορωδία, δε λέω για παιδιά, διότι τα τραγούδια που επέλεξα γι' αυτούς τους δύο δίσκους δεν είναι τραγούδια παιδικά, είναι τραγούδια για όλες τις ηλικίες, μόνο που έβαλα παιδική χορωδία να τα τραγουδήσει. Κι είχαν επιτυχία και οι δύο αυτοί δίσκοι. Ξεφύγαμε κι από εκείνα τα παλιά του τύπου «ένα φράγκο η βιολέτα, τσιγκολελέτα...»!
.
- Υπάρχει κάτι επαναστατικό σ' αυτή την προσπάθεια; .
Δεν θα έλεγα κάτι επαναστατικό, γιατί δημιουργούνται άλλοι συνειρμοί. Θα έλεγα, όμως, ανατρεπτικό!
.
- Πάντως, τα τραγούδια με την παιδική χορωδία στέλνουν μηνύματα που ταρακουνούν. Ειδικά ο «Παλιάτσος»... .
Ναι, αλλά και να σκεφτούμε ότι σήμερα ένα παιδί δεν ακούει πια παραμύθια από τη γιαγιά. Αντίθετα, η γιαγιά το παίρνει και το στήνει μαζί της μπροστά στην τηλεόραση και βλέπει το παιδάκι ό,τι κι η γιαγιά του, φόνους, αίμα να χύνεται, ληστείες, βιασμούς. Οι οπτικές εικόνες του παιδιού είναι ό,τι και των μεγάλων. Συνεπώς, πρέπει κι εμείς που φτιάχνουμε τραγούδια να μιλήσουμε με μια άλλη γλώσσα στα παιδιά και όχι να μπεμπεκίζουμε. Αν έφτιαχνα σήμερα τραγούδια όπως το «ένα φράγκο η βιολέτα...», θα ήμουνα ψεύτης απέναντι στα παιδιά, γιατί τα σημερινά παιδιά είναι πολύ διαφορετικά από τα παιδιά που ζήσανε πριν την τηλεόραση.
.
- Τελικά, μήπως η τηλεόραση, τα μεγάλα Μ.Μ.Ε., κατευθύνουν τη σκέψη μας και τη ζωή μας, ώστε να ικανοποιούν τα δικά τους υλικά συμφέροντα; .
Αυτό είναι γεγονός. Αλλά χρειάζεται γνώση, για να μην πέφτουμε στις παγίδες τους.
.
- Είναι, επίσης, γεγονός ότι ούτε ο γονιός ούτε ο δάσκαλος μπορεί να επηρεάζει σήμερα το παιδί στο βαθμό που το επηρεάζει η τηλεόραση. Έχει αναλάβει η τηλεόραση το ρόλο του «παιδαγωγού» σήμερα; .
Ναι, βέβαια! Όλα αυτά, τηλεόραση, ραδιόφωνο, βίντεο-κλιπς κ.λ.π., διαμορφώνουν τη ζωή μας. Μα υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες, όπως η προσπάθεια του καθενός μας με τα παιδιά, η προσπάθεια κάποιων δασκάλων που επιμένουν, η προσπάθεια μέσω του καλού θεάτρου, του καλού κινηματογράφου, της καλής συναυλίας. Να ξέρετε ότι, όταν γίνεται μια καλή συναυλία ή μια καλή θεατρική παράσταση, πλημμυρίζει ο χώρος από νέα παιδιά. Το καλό θέαμα προσελκύει κι αυτό δεν είναι τυχαίο, γιατί ο κόσμος καταλαβαίνει πόσο τον ωφελεί.
.
- Πιστεύετε πως η τέχνη «θα σώσει τον κόσμο»; .
Πιστεύω πως η τέχνη μπορεί να παίξει έναν πολύ σημαντικό ρόλο για να σώσει την ψυχή των ανθρώπων. Είχε δίκιο ο Ντοστογιέφσκι που έλεγε «η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο». Αυτό, όμως, είναι συμβολικό. Δε σημαίνει ότι η ομορφιά ενός φωτομοντέλου θα σώσει τον κόσμο. Ο Ντοστογιέφσκι εννοεί μια βαθύτερη ομορφιά. Το να επιλέγει κανείς το αληθινά όμορφο είναι δύσκολο πράγμα. Πρέπει κανείς να περάσει από πολλά στάδια μέχρι να φτάσει σ' αυτό, να κάνει αγώνα. Το να επιλέγεις το όμορφο είναι γενναιότητα, είναι ηρωισμός.
.
- Σήμερα ανατρέπονται πολλά. Συμφωνείτε ότι κάποια άσχημα θεωρούνται από τους πολλούς ανθρώπους όμορφα; .
Βεβαίως! Οι πολλοί δεν έχουν ακόμα τη γνώση του όμορφου.
.
- Άρα, οι λίγοι θα σώσουν τον κόσμο; .
Αυτό ισχύει σε κάθε εποχή. Πάντα οι λίγοι προσπαθούν να σώσουν τον κόσμο, πράγμα που έχουν δείξει και όλα τα ιδεολογικά κινήματα. Ποτέ δεν ήταν οι πολλοί που αγκάλιασαν το όμορφο. Αν, για παράδειγμα, ο λαός θεωρεί τώρα τον Ελύτη μεγάλο ποιητή, δεν είναι γιατί όλος ο λαός έχει διαβάσει Ελύτη. Οι οκτώ στους δέκα δεν έχουν διαβάσει κάτι από Ελύτη. Αν θεωρούν τον Ελύτη μεγάλο ποιητή, είναι απλώς γιατί οι λίγοι έχουν καταφέρει να εμφυσήσουν στους πολλούς την αύρα του Ελύτη.
.
- Ποιος είναι ο αγαπημένος σας ποιητής; .
Πολλοί ποιητές, αλλά ο πιο αγαπημένος είναι ο Τάσος Λειβαδίτης. Αυτό που με γοητεύει στον Λειβαδίτη είναι ο εμπειρικός του λόγος, η απόλυτη βίωση των πραγμάτων. Η ποίησή του είναι γεμάτη ρεαλισμό, αλλά και γεμάτη όνειρο ταυτόχρονα... Μιλάει συγχρόνως γήινα και ουράνια.
.
- Τι λέτε για τη μελοποίηση του Λειβαδίτη από τον Γιώργο Τσαγκάρη; .
Δε θα ήθελα να μιλήσω για τη δουλειά ενός συνάδελφού μου.
.
- Μπορεί η ποίηση να υπάρχει μέσα στην καθημερινή ζωή; .
Ασφαλώς! Η ποίηση δεν είναι υπόθεση μόνο των ποιητών. Άλλο, βέβαια, να γράφεις ποίηση κι άλλο να αισθάνεσαι ποιητικά. Αισθάνομαι ποιητικά, χωρίς να γράφω ποίηση. Μέσα από τη μουσική μου, μπορώ να φτιάχνω «ποιήματα» με ήχους. Προσπαθώ να ανεβάσω την ποιότητα της ζωής μου κι είναι ποιητικό αυτό.
.
- Θεωρείτε ότι είναι ιδιαίτερα έντονη η παρουσία της ποίησης στην Ελλάδα; .
Είμαστε μια μικρή χώρα με πάρα πολλούς μεγάλους ποιητές. Παράγουμε ποιητές κι ένα τεράστιο έργο ποιητικό, όπως και μουσικό και εικαστικό, που είναι δείγματα ενός υψηλού πολιτισμού.
.
- Εσείς που το αποδίδετε αυτό; .
Και στο περιβάλλον και σε μια... κληρονομικότητα. Η ποίησή μας ταξιδεύει στο χρόνο, είναι σα μια σκυτάλη, που την παίρνουν οι νεώτεροι από τους παλιότερους και προχωρούνε.
.
- Είναι σημαντικός κι ο ρόλος της παράδοσης; .
Σήμερα, η παράδοση έχει φθαρεί αρκετά στη συνείδηση των ανθρώπων. Ωστόσο, στη χώρα μας υπάρχει μια σθεναρή αντίσταση στη φθορά της παράδοσης. Το παρατηρώ αυτό και στις δισκογραφικές δουλειές που γίνονται. Υπάρχουν καταπληκτικές εκδόσεις παραδοσιακής μουσικής με νέα συγκροτήματα. Επίσης, παρατηρώ μια επιμονή των νέων παιδιών στο ρεμπέτικο τραγούδι. Ναι, είναι σημαντικότατος ο ρόλος της παράδοσης κι ευτυχώς που σ' αυτούς τους χαλεπούς καιρούς υπάρχει αντίσταση.
.
- Με την πολιτική ποια είναι η σχέση σας; Θα μπορούσατε να ασχοληθείτε ενεργά; .
Κατηγορηματικά, όχι! Είμαι ψηφοφόρος και παρατηρητής, διαβάζω εφημερίδες, περιοδικά, ενημερώνομαι, σκέπτομαι, ενδιαφέρομαι κι έχω απόψεις για τα πράγματα. Αλλά δεν θα ανακατευθώ με την πολιτική, να μπω δηλαδή σε ψηφοδέλτια και να παίξω κάποιο ρόλο στη Βουλή.
.
- Ποια είναι η άποψή σας για τη στάση της Αμερικής προς τις άλλες χώρες; .
Η ίδια πάντα στάση. Η Αμερική συνεχίζει να παίζει το ρόλο ενός νταβατζή απέναντι στις άλλες χώρες, ενός αμείλικτου νταβατζή, όχι σαν αυτούς τους λαϊκούς που πότε-πότε μπορεί και να συγχωρούν τη γυναίκα που εκμεταλλεύονται. Η Αμερική είναι ο νταβατζής όλου του κόσμου και δεν αγαπάει κανέναν. Τώρα πλέον έχει καταφέρει να αγοράσει και τις συνειδήσεις των ευρωπαϊκών πλουτοπαραγωγικών χωρών. Έτσι καθορίζει και τη μοίρα της Ευρώπης, με βάση τα δικά της οικονομικά συμφέροντα... Και να μη μας διαφεύγει ότι ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία μπορεί να έγινε κυρίως από την Αμερική, αλλά έγινε με τη σύμφωνη γνώμη των ευρωπαϊκών χωρών, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Οι Ευρωπαίοι έγιναν φιλοαμερικάνοι, έγιναν δηλαδή ασυνείδητοι Ευρωπαίοι. Αν, όμως, η Ευρώπη θέλει να ακολουθήσει το δικό της δρόμο τώρα που έχει τη δύναμη, δεν πρέπει να συμπορεύεται με τις αμερικάνικες επιλογές. Αυτό εξαρτάται από την πίεση που θα ασκήσει ο ευρωπαϊκός λαός προς τις κυβερνήσεις του.
.
- Νομίζετε ότι, για να είμαστε διανοητικά και ψυχικά υγιείς, προϋπόθεση είναι να έχουμε ελεύθερο χρόνο; .
Έτσι είναι. Και, δυστυχώς, ο ελεύθερος χρόνος μας συρρικνώνεται συνεχώς. Υπάρχει μια υστερία που έχει δημιουργήσει η διαφήμιση και έχουν πεισθεί οι άνθρωποι και θέλουν ν' αποκτήσουν όλο και περισσότερα πράγματα, παίρνουν περισσότερα δάνεια, χώνονται στα χρέη και τρέχουν για να αντεπεξέλθουν, ζώντας μέσα σε μια αιχμαλωσία. Έχω βρεθεί κι εγώ σ' αυτόν το λαβύρινθο, να προσπαθώ να έχω ελεύθερο χρόνο και να μην μπορώ.
.
- Με τη θρησκεία τι σχέσεις έχετε; .
Τη σχέση ενός ανθρώπου που σέβεται το διπλανό του. Δεν είμαι θρησκευόμενος, αλλά σέβομαι τους θρησκευόμενους. Με ενδιαφέρουν περισσότερο αυτά που συμβαίνουν στη ζωή μας και όχι αυτά που θα συμβούν στον Παράδεισο. Στην εκκλησία πάω μόνο στον Επιτάφιο και στην Ανάσταση. Η θρησκεία, αλλά και η κάθε ιδεολογία, με ενδιαφέρει μόνο στην περίπτωση που μπορεί να γίνει πράξη.
.
- Τι σας ενοχλεί στο χώρο της θρησκείας ή της εκκλησίας; .
Υπάρχουν πράγματα που με ενοχλούν. Με ενοχλεί όταν ένα χωριό είναι πάμπτωχο και έχει 3-4 εκκλησίες. Με ενοχλεί που η εκκλησία αδιαφορεί για την καλλιτεχνική δημιουργία και για πολιτιστικές εκδηλώσεις. Με ενοχλούν όλα αυτά που συμβαίνουν με τις... υπογραφές και τόσα άλλα που δείχνουν ότι η εκκλησία δεν αναγνωρίζει το ρόλο της, ο οποίος είναι να συμπαρίσταται στο ποίμνιο των πιστών, αλλά χώνεται στα πόδια της πολιτικής και παίζει άλλους ρόλους. Το θεωρώ αποπνευματοποίηση αυτό.
.
- Τι θα θέλατε να πείτε στα παιδιά; .
Θα πω ό,τι μου έλεγε ο πατέρας μου: γνώση, γνώση, γνώση! Ας έχουμε γνώση και βλέπουμε. Ας δούμε θέατρο, ας ακούσουμε μουσική και, κυρίως, ας αναπτύξουμε τον ερωτισμό μας.
.
- Πώς εννοείτε τον ερωτισμό; .
Ο ερωτισμός δεν είναι κάτι που έχει να κάνει σώνει και καλά με τον έρωτα προς κάποιον άλλο. Έχει να κάνει με το πάθος για όλα τα πράγματα. Με ερωτισμό πρέπει να συμπεριφερόμαστε και προς τη φύση και προς την ποίηση, προς ό,τι μας περιβάλλει, ό,τι κι αν είναι αυτό.
.
- Σας ευχαριστούμε για όλα, και για την τόσο ενδιαφέρουσα συνέντευξη και για τη συμμετοχή σας στην Κριτική Επιτροπή των φετινών Ποιητικών Αγώνων μας και για την αποδοχή της πρότασής μας -ιδέα του Θανάση Γκαϊφύλλια- να συμμετάσχετε στο δίσκο με τα καλύτερα ποιήματα των Αγώνων. .
Πολύ καλή η ιδέα του Θανάση Γκαϊφύλλια για τη μελοποίηση των ποιημάτων των Πανευβοϊκών Αγώνων Ποίησης. Να είστε καλά!
.
(Παρρησία, τεύχος 5, Άνοιξη 2001)